Συνήθως όταν ακούς για δοκιμές πρόσκρουσης, το μυαλό σου πηγαίνει στον ανεξάρτητο οργανισμό EuroNCAP. Σε περίπτωση που δεν το γνωρίζεις όμως, παρόμοιες δοκιμές πραγματοποιούν και οι εταιρείες κατά τη διάρκεια εξέλιξης των νεών τους μοντέλων. Η συγκεκριμένη όμως, έχει ξεχωριστή σημασία, γιατί έρχεται να απαντήσει σε ένα ερώτημα που είναι λογικό να απασχολεί όλη την αυτοκινητική κοινότητα. Τι συμβαίνει στην περίπτωση σύγκρουσης δύο ηλεκτρικών οχημάτων;
H Mercedes είναι η πρώτη που σηκώνει το γάντι και υποβάλλει δύο αμιγώς ηλεκτρικά μοντέλα της σε δοκιμή πρόσκρουσης. Τα crash test περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη για την Mercedes, καθώς υπολογίζεται πως πραγματοποιεί περίπου τρία κάθε μέρα και έως και 900 σε ετήσια βάση. Αυτή τη φορά, τα μοντέλα που βρίσκονται απέναντι, είναι δύο SUV διαφορετικών διαστάσεων, αλλά με ένα κοινό στοιχείο. Έχουν και τα δύο βάρος που ξεπερνά τους 2 τόνους και αυτό είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για μια EQS SUV και μια EQA, ή αλλιώς, το μικρότερο απέναντι στο μεγαλύτερο και πιο πολυτελές SUV στη γκάμα της Mercedes. Η γερμανική εταιρεία έχει μεγάλη παράδοση στον τομέα της ασφάλειας, έχοντας εισάγει κατά καιρούς πρωτοποριακά συστήματα που βελτιώνουν το επίπεδο ασφάλειας των αυτοκινήτων. Τι συμβαίνει όμως στην εποχή των ηλεκτρικών και σε τι βαθμό οι προβληματισμοί που εκφράζονται σχετικά με το πόσο ασφαλή είναι, έχουν βάση; Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο καλείται να απαντήσει η Mercedes.
Πρόσκρουση με 56 km/h
Και ο τρόπος που επιλέγει να το κάνει, είναι με συνθήκες ακόμη πιο δύσκολες από εκείνες του EuroNCAP. Αντί για ταχύτητα 50 km/h που είναι το πρότυπο, η Mercedes βάζει την EQS των 3 τόνων και την EQA των 2,2 τόνων να κινούνται με ταχύτητα 56 km/h. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Mercedes που βασίζονται σε επιτόπιες έρευνες ατυχημάτων, το πιο συνηθισμένο είδος σύγκρουσης είναι η μετωπική, με περίπου 50% κάλυψη της μετωπικής επιφάνειας του οχήματος, μετά από ένα αποτυχημένο προσπέρασμα.
Τα αποτελέσματα του crash test της Mercedes είναι άκρως ενθαρρυντικά. Μπορεί το μπροστινό τμήμα των δύο αυτοκινήτων να έχει μετατραπεί σε άμορφη μάζα, οι τροχοί να έχουν θρυμματιστεί και το ψυκτικό υγρό να βρίσκεται παντού στο έδαφος, όμως οι επιβάτες είναι ασφαλείς, όπως επιβεβαιώνει και ο διευθυντής ασφάλειας οχημάτων της Merc, Paul Dick.
Όλα λειτούργησαν όπως έπρεπε
Τα δεδομένα που συνέλεξε η Mercedes από τα αυτοκίνητα και τα ανδρείκελα (σε κάθε ένα από τα οποία είχαν τοποθετηθεί 150 αισθητήρες), έδειξαν ότι οι πόρτες μπορούσαν να ανοίξουν και μετά τη σύγκρουση, πράγμα που σημαίνει ότι ο "κλωβός ασφαλείας" των επιβατών λειτούργησε όπως προβλεπόταν. Τα τέσσερα ανδρείκελα, τρία θηλυκά και ένα αρσενικό, κατέγραψαν δεδομένα που υποδηλώνουν "χαμηλό κίνδυνο σοβαρού έως θανατηφόρου τραυματισμού". Οι αερόσακοι και οι εντατήρες ζωνών ασφαλείας λειτούργησαν όπως είχαν σχεδιαστεί.
Η ασφάλεια είναι ανεξάρτητη από το σύστημα κίνησης
Τα δύο ηλεκτρικά μοντέλα από την πλευρά τους, έδειξαν να ανταπεξέρχονται επίσης με ασφάλεια στις συνθήκες. Το "δίχτυ ασφάλειας” υψηλής τάσης οκτώ σταδίων, που περιλαμβάνει την προστασία της μπαταρίας, καλύτερη ακαμψία για τα περιβλήματα και ενισχυμένα καλώδια, λειτούργησε όπως έπρεπε. Τέλος, το σύστημα υψηλής τάσης (HV) της μπαταρίας απενεργοποιήθηκε αυτόματα τη στιγμή που τα δύο αυτοκίνητα ήρθαν σε επαφή.
Ο επικεφαλής τεχνολογίας της Mercedes, Markus Schafer, καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που μέσα μας όλοι θέλαμε να ακούσουμε. "Η προστασία των ανθρώπινων ζωών δεν είναι θέμα συστήματος κίνησης. Η πρόσφατη δοκιμή πρόσκρουσης στην οποία συμμετείχαν δύο αμιγώς ηλεκτρικά μοντέλα, αποδεικνύει ότι όλα τα οχήματά μας παρέχουν εξίσου υψηλό επίπεδο ασφάλειας, ανεξάρτητα από την τεχνολογία που τα κινεί".