Testarossa εναντίον Countach. Ανατρέχοντας λίγο στην ιστορία των supercars, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η ανηλεής "μάχη" ανάμεσα στα δύο αυτά μοντέλα της δεκαετίας του ’80 είναι η μόνη που μπορεί να συγκριθεί με τη συγκεκριμένη: 750S εναντίον 296 GTB. Αυτές οι δύο δε θα έπρεπε να είναι στην ίδια κατηγορία, δε νομίζεις;
Κείμενο: Ollie Kew - Φωτογραφίες: Olgun Kordal & Mark Riccioni
Η Ferrari 296 θα έπρεπε να έχει αντίπαλο την Artura της McLaren. Σε τελική ανάλυση, έχουν παρόμοιο γενετικό υλικό, ακόμα και την περιεχόμενη γωνία των κυλίνδρων τους. Καθεμία προσπάθησε να εδραιώσει τα πλεονεκτήματά της μέσω της τεχνολογίας, της μηχανικής και του σχεδιασμού. Αυτές οι δύο όχι μόνο κυριαρχούν στην κατηγορία, αλλά και έχουν έρθει για να την καθορίσουν.
Μήπως, τελικά, η 750S είναι απλώς μία 720S με 30 ίππους επιπλέον και έναν πίνακα οργάνων που πλέον δεν "αναποδογυρίζει"; Ουσιαστικά, ναι, καθώς επτά χρόνια μετά την 720 πρόκειται περισσότερο για ένα facelift παρά για ένα νέο αυτοκίνητο.
Κάτι που πρέπει να δυσκολέψει τις πωλήσεις της. Αλλά τα βασικά συστατικά, όπως το carbon πλαίσιο, ο twin turbo V8 κινητήρας, τα υδραυλικά αμορτισέρ, το χαμηλό βάρος και η έμφαση στην οδηγησιμότητα, δεν έχουν αλλάξει και πολύ από το 2017.

Ήταν εκπληκτικά καλή όταν πρωτοεμφανίστηκε, κερδίζοντας στο Speed Week του TopGear εκείνης της χρονιάς. Κάτι που δεν κατάφερε να κάνει η 296 GTB όταν ήρθε το 2022. Μπορεί η δεύτερη θέση πίσω από την GT4 RS να μην πρόσφερε στο Maranello ακόμα ένα τρόπαιο, αλλά τεχνικά ήταν ένα μεγάλο βήμα προόδου για το entry level κεντρομήχανο supercar της Ferrari.
Διαθέτει έναν ηλεκτροκινητήρα με ισχύ 165 ίππων σε μέγεθος τηγανιού ανάμεσα στον 3λιτρο V6 twin turbo κινητήρα και το 8τάχυτο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη.
Συνολικά, το σύστημα κίνησης αποδίδει 819 ίππους, 79 περισσότερους από τη Βρετανίδα της παρέας, και διαθέτει πολύ περισσότερη ροπή στις χαμηλές στροφές. Αλλά είναι πολύ βαρύτερη.

Η Ferrari ισχυρίζεται ότι ζυγίζει 1.470 κιλά χωρίς υγρά, αλλά η ένδειξη της ζυγαριάς για τη συγκεκριμένη ήταν 1.620 κιλά. Αρκετά παχουλή σε σύγκριση με τη McLaren των 1.389 κιλών, η οποία, ως εκ τούτου, πετυχαίνει μια ανώτερη αναλογία κιλών/ίππο. Ωστόσο, οδήγησα τη Ferrari ως εδώ χθες και ούτε μία φορά δε με προβλημάτισε το βάρος της. Διασχίσαμε τη Βόρεια Ουαλία χωρίς ανάσα.
Δεν υπάρχει καμία υστέρηση, κανένας δισταγμός. Απλά σκέφτεσαι το οτιδήποτε και αυτό το έχει ήδη κάνει πράξη. Είναι ένα λαμπερό, γεμάτο ενέργεια, υπερενεργητικό supercar, που καταπίνει τις αποστάσεις στον πάντοτε απογοητευτικό Α5.

Ο Jethro Bovingdon έφτασε λίγο αργότερα με την 750 του, λέγοντας και αυτός παρόμοιες ιστορίες με εξωφρενικά υψηλές ταχύτητες. Επειδή κάτι που χρειάζεται να ειπωθεί είναι ότι αυτά τα δύο είναι ίσως τα ταχύτερα αυτοκίνητα δρόμου που μπορείς να αγοράσεις.
Είναι άπαιχτα, απίστευτα συγκροτημένα και πιάνουν με μία ανάσα τρελά χιλιόμετρα.
Ευτυχώς, δεν επηρεάζονται από τη βροχή. Πυκνά σύννεφα σκεπάζουν τον ορίζοντα βάζοντάς μας σε ένα υγρό τοπίο γεμάτο ομίχλη. Δύο φορές σταματάμε για καφέ στο Φεστίνιογκ. Οι υδρορροές στα αυτοκίνητα είναι οι μόνες που δουλεύουν υπερωρίες, αλλά τα αυτοκίνητα μοιάζουν να το απολαμβάνουν.
Θα έπρεπε να είναι νευρικά και ευερέθιστα, ειδικά η McLaren, με τα ελαστικά P Zero Corsa, αλλά αυτά είναι μια αποκάλυψη στο βρεγμένο.

Και τα δύο αυτοκίνητα μπορείς να τα εμπιστευτείς και να εκμεταλλευτείς τις δυνατότητές τους. Όχι κι άσχημα, αν σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για μηχανές φτιαγμένες για την πίστα. Η 296 είναι εξοπλισμένη με το πακέτο Assetto Fiorano, αξίας 31.120 ευρώ. Αυτό σημαίνει 2.400 ευρώ για το κάθε κιλό που έχει αφαιρεθεί, ενώ στο κόστος αυτό περιλαμβάνονται τα μη ρυθμιζόμενα αμορτισέρ της Multimatic.
Η 750S διαθέτει αγωνιστικά φρένα αξίας 17.900 ευρώ, ένα roll cage από τιτάνιο αξίας 6.000 ευρώ καθώς και ένα εξωτερικό κιτ από ανθρακονήματα σε τιμή που ζαλίζει: 55.835 ευρώ.
Και οι δύο κουβαλούν πάνω από 120.000 ευρώ έξτρα εξοπλισμού. Τα περισσότερα από αυτά έχουν σχεδιαστεί για οδήγηση σε πίστα και δε συνεισφέρουν σε τίποτα στους δημόσιους δρόμους.

Στη McLaren είναι τα απαίσια καθίσματα για την πίστα αυτά που σε ενοχλούν. Είναι τόσο φαρδιά, ώστε μελανιάζουν οι γοφοί μου. Από εργονομικής άποψης, όμως, είναι εξαιρετικά. Όλα είναι εύκολα προσβάσιμα. Είναι κρίμα που χάθηκε η θεατρικότητα της ανακλινόμενης οθόνης – μαζί με αυτή χάθηκαν και οι άσχετες πληροφορίες, αν και βελτιώθηκε η ορατότητα προς τα εμπρός.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια έξυπνα σχεδιασμένη καμπίνα. Εν τω μεταξύ, η Ferrari κάνει βήματα προς τα πίσω τα τελευταία χρόνια. Ας αφήσουμε στην άκρη τις προδιαγραφές αυτού του αυτοκινήτου. Αυτό που είναι εξαιρετικά απογοητευτικό είναι ότι είναι σχεδόν αδύνατο να χειριστείς τα πράγματα εν κινήσει.

Ούτε μια φορά δεν μπόρεσα να κάνω το CarPlay να δουλέψει, το απτικά pads στο τιμόνι κάθε άλλο παρά βολεύουν, η οθόνη στο ταμπλό δε βγάζει νόημα, ενώ για το μενού πρέπει να έχεις την τύχη με το μέρος σου. Ήθελα απλά να πετάξω όλο το σύστημα στον κάδο.
Το έχουν όλες οι Ferrari τώρα, από τη Roma μέχρι την SF90, και απλά δε λειτουργεί. Εκτός από το manettino, δε δόθηκε καμία προσοχή ούτε στην εργονομία ούτε στα χειριστήρια.
Το εσωτερικό, επίσης, δεν είναι ελκυστικό. Είναι αυστηρό και δύσχρηστο. Όλα αυτά είναι πράγματα που έχουμε επικρίνει και στο παρελθόν, με τη McLaren να δείχνει ότι μπορεί –και πρέπει– να κάνει τα πράγματα καλύτερα.
Ο εφησυχασμός ήταν αυτός που κατέστρεψε τη Ferrari στο παρελθόν. Το βλέπεις στην καμπίνα, αλλά όχι στον τρόπο που κινείται στο δρόμο. Έχει το ίδιο μέγεθος με τη McLaren, αλλά με 70 χλστ. μικρότερο μεταξόνιο και πολύ πιο γρήγορο σύστημα διεύθυνσης. Στρίβεις και ο εμπρός άξονας σημαδεύει σαν βέλος το apex της στροφής κι εσύ πρέπει να κάνεις ανάποδο τιμόνι.

Στη συνέχεια πατάς το γκάζι και η Ferrari επιταχύνει σαν δαίμονας. Οπότε, πρέπει να κάνεις ένα βήμα πίσω, να οπισθοχωρήσεις. Μαθαίνεις να μετράς τις κινήσεις σου. Αλλά ακόμα και έτσι, η 296 εξακολουθεί να σου κόβει την ανάσα, καθώς θέλει να σου δείξει τι μπορεί να κάνει.
Ενώ η Ferrari προσθέτει μια δόση θεατρινισμού, η McLaren αρκείται στο να εκτελεί όσο το δυνατόν πιο πιστά και με ακρίβεια τις εντολές σου. Είναι ένα εξαιρετικά αισθαντικό και επιδέξιο αυτοκίνητο, που επικοινωνεί ξεκάθαρα μαζί σου.
Όταν σταματάς να το οδηγείς, νιώθεις να σε γαργαλούν τα δάχτυλά σου. Η δύναμη από τον ηλεκτροκινητήρα και οι τουρμπίνες της Ferrari δίνουν μια ώθηση που η McLaren, ακόμα και όταν τα τούρμπο πάρουν φωτιά, δεν μπορεί να φτάσει.

Την επόμενη μέρα οδηγούμε στο Άνγκλεσι. Καμία από τις δύο δεν είναι κατάλληλη για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων. Θα μπορούσαν να έχουν πιο αναπαυτικά καθίσματα και λιγότερο θόρυβο από τον δρόμο.
Η McLaren είναι λίγο πιο ξεκούραστη στην οδήγηση, χωρίς να απέχει έτη φωτός από τη Ferrari. Απλά είναι πιο πρακτική, έχει ένα πιο φωτεινό και πιο cozy κόκπιτ που εξακολουθεί να είναι εντυπωσιακό.
Φθάνουμε στην πίστα που είναι στεγνή και τα αυτοκίνητά μας είναι έτοιμα να μπουν σε αυτήν. Και τα δύο είναι εξαιρετικά. Δεν μπορώ να πιστέψω πόσο καλά η McLaren φρενάρει και μπαίνει στις στροφές. Εδώ το μικρότερο βάρος της δίνει το πλεονέκτημα, με δυνατό φρενάρισμα και ακριβή, σχεδόν χειρουργικό έλεγχο, ακόμα και στα όρια της πρόσφυσης.

Και με φουλ γκάζι, μετά και το μικρό lag στην απόκριση, κολλάς στο κάθισμα, καθώς ο κινητήρας σε σπρώχνει προς τα εμπρός όλο και πιο γρήγορα. Τα κάνει όλα με μικρομετρική ακρίβεια, ακόμα και στις μεγάλες πλαγιολισθήσεις.
Η Ferrari, παρά τη λιτή καμπίνα της και τη γελοία ευελιξία και ζωηρότητά της, είναι κατά κάποιον τρόπο η πιο άνετη στην πίστα. Είναι αβίαστα γρήγορη, δε χρειάζεται να την πιέσεις πολύ για να αναπτύξει ταχύτητα, ο V6 ακούγεται πιο δυνατά και καλύτερα, το πλαίσιο είναι ομαλό, συνεργάζεται με τα ηλεκτρονικά συστήματα τόσο αρμονικά.

Αυτά τα αυτοκίνητα είναι ένα one stop shop για τον Παράδεισο. Μπορούν, έχουν μια δύναμη που τρομάζει τα hypercars, είναι βελτιωμένα, ευέλικτα και αθλητικά. Είναι και τα δύο στην κορυφή της κατηγορίας τους.
Η Ferrari είναι το πιο πληθωρικό παιχνιδιάρικο αυτοκίνητο. Η McLaren το πιο έντονο και στοχευμένο. Η Ferrari έχει το πιο συναρπαστικό σύστημα μετάδοσης κίνησης καθώς και την επιλογή της αμιγώς ηλεκτρικής λειτουργίας στην πόλη. Η McLaren είναι πιο επικοινωνιακή, το τιμόνι της εντυπωσιακό.
Ποιο σου ταιριάζει περισσότερο; Αυτή είναι η μόνη ερώτηση που πρέπει να απαντήσεις εδώ. Και οι δύο φύγαμε θέλοντας τη McLaren περισσότερο. Έτσι, αυτός είναι ο νικητής μέσα μας.
Πριν από 40 χρόνια το ίδιο ίσχυε για την Countach και την Testarossa. Σήμερα έχει σημασία ποιος κέρδισε αυτή την αναμέτρηση; Ποιος νοιάζεται. Η "μάχη" είναι αυτή που μετράει.

McLaren 750S
- Τιμή: €321.616
- Κινητήρας: 3.994 cc, TT V8
- Ισχύς: 750 PS @ 7.500 rpm
- Ροπή: 800 Nm @ 5.500 rpm
- Κιβώτιο: 7-DCT, RWD
- Επιτάχυνση: 0-100 km/h: 2,8''
- Tελική ταχύτητα: 331 km/h
- Κατανάλωση: 10,1 l/100km
- Εκπομπές CO2: 276 g/km

F errari 296 GTB
- Τιμή: €289.980
- Κινητήρας: 2.992 cc, TT V6 + e-motor
- Ισχύς: 830 PS @ 8.000 rpm,
- Ροπή: 740 Nm @ 6.250 rpm
- Κιβώτιο: 8-DCT, RWD
- Επιτάχυνση 0-100 km/h: 2,9''
- Tελική ταχύτητα: 329 km/h
- Κατανάλωση: 5,3 l/100km
- Eκπομπές CO2: 194 g/km